Είσαι Έλληνας! (Μέρος α΄)

Το ποιοι είμαστε αποτελεί στην περίπτωση μας ένα ερώτημα που δεν φαίνεται να έχει απαντηθεί ικανοποιητικά. Πρόσφατα, ένας υπουργός της ελληνικής κυβέρνησης ειρωνεύτηκε εμάς τους συμπατριώτες του ότι πιστεύουμε πως είμαστε απόγονοι του Περικλή. Το σχόλιό του αντιμετωπίστηκε από τον Ελληνικό Τύπο με διαμαρτυρίες αλλά και με επευφημίες. Υπάρχουν λοιπόν κάποιοι στην Ελλάδα που πιστεύουν στη διαχρονικότητα του ελληνικού έθνους και άλλοι που δεν πιστεύουν. Τι όμως από τα δύο συμβαίνει πραγματικά;

Η διαφορά των απόψεων, και η σύγχυση που δημιουργεί στον καθορισμό της εθνικής μας ταυτότητας, δεν είναι σημερινή. Η καταγωγή της ανάγεται τουλάχιστον στον Ελληνικό Διαφωτισμό του 18ου αιώνα και στη μάχη που έδωσε για να συνθέσει το όραμα ενός αναγεννημένου ελληνικού έθνους. Το όραμα αυτό ήρθε τότε σε σύγκρουση με την Εκκλησία η οποία, υπό την σκέπη των Οθωμανών, είχε παλινδρομήσει σε μια ιστορικά παρωχημένη – όπως θα δούμε – έννοια της οικουμενικότητας που αναγόταν στα χρόνια του πρώιμου και μέσου Βυζαντίου. Έτσι η Εκκλησία αντέδρασε σθεναρά σε οποιαδήποτε ιδέα εθνικής αναγέννησης.

Ακριβώς επειδή το εθνικό όραμα όφειλε να αμυνθεί στις αμφισβητήσεις που δεχόταν τόσο από την «εσωτερική» αντιπολίτευση της Εκκλησίας όσο και από την «εξωτερική» αντιπολίτευση ενός μεγάλου μέρους της Ευρωπαϊκής ακαδημαϊκής και πολιτικής κοινότητας, χρειάστηκε να επινοηθεί μια ιστορική αφήγηση η οποία συνέδεε, λίγο-πολύ άρρηκτα, την κλασσική αρχαιότητα με τη σύγχρονη Ελλάδα.

Αυτή η αφήγηση τίθεται από συλλήψεώς της σε δριμύτατη κριτική. Η αντικειμενικότητά της αμφισβητείται, σήμερα μάλιστα περισσότερο από ποτέ. Την αμφισβήτησή της πρέπει να την πάρουμε σοβαρά και να προσπαθήσουμε να αντιληφθούμε τι είναι αληθινό και τι πλασματικό. Πρέπει να διερευνήσουμε με ψυχραιμία κατά πόσον ο διαχρονικός ελληνισμός είναι μια αμφιλεγόμενη υπόθεση για να μπορέσουμε να κατανοήσουμε επιτέλους ποιοι είμαστε.

Πριν ξεκινήσουμε την ανάλυση καλό θα ήταν να αντιληφθούμε το πλαίσιο εντός του οποίου σκεφτόμαστε σήμερα την ιστορία μας και την καταγωγή μας. Μεγάλοι διανοητές του 20ου αιώνα, όπως ο Φουκώ, ο Ντεριντά, ο Κούν (Kuhn) και ο Βίτγκενστάιν, μας αποκάλυψαν με ισχυρότατα επιχειρήματα ότι η ιστορική αντικειμενικότητα είναι μια αυταπάτη. Ότι τίποτα δεν είναι απόλυτο, αλλά ούτε και άχρονο. Τα πάντα φθείρονται, μεταβάλλονται και μετουσιώνονται με το πέρασμα του χρόνου. Αυτό σημαίνει ότι οι γνώσεις που έχουμε, αλλά και οι μέθοδοι που χρησιμοποιούμε για να τις αποκτήσουμε και τις αναλύσουμε, είναι υποκειμενικές και άρα υπόκεινται στην κριτική και την απόρριψη. Σύμφωνα με τις αντιλήψεις αυτές, η επιστήμη, η ιστορία, οι θεσμοί, είναι τεχνουργήματα μιας αέναης κοινωνικής πάλης για εξουσία και μπορούν να αποδομηθούν. Η ιδέα του έθνους αποδομείται, όχι μόνον στην περίπτωση της Ελλάδας αλλά παγκοσμίως. Κι αυτή ακριβώς η αποδόμηση συνάδει με την σύγχυση και την κρίση που υφίστανται όλες οι παραδοσιακές ιδέες και αξίες στις αρχές του 21ου αιώνα. Η άνοδος της Κίνας, η παρακμή της Ευρώπης και της Αμερικής, η εναγώνια όσο και αναποτελεσματική αναζήτηση «παγκόσμιων αξιών» που θα αντικαταστήσουν τις «δυτικές», επιβεβαιώνουν ότι τίποτα δεν μπορεί να θεωρηθεί δεδομένο. Η μεγάλη μετανάστευση των λαών και η εισροή εκατομμυρίων ανθρώπων στη Δύση με διαφορετική κουλτούρα και αξίες – με τους οποίους όμως θα πρέπει να ζήσουμε μαζί και ειρηνικά – εξωθούν στην αναζήτηση ενός μοντέλου συνύπαρξης όπου όλες οι ιδέες, ακόμα και οι αντιφατικές μεταξύ τους, έχουν το δικαίωμα να συνυπάρχουν και να συνδιαλέγονται ισοδύναμα.

Μου είχε κάνει εντύπωση όταν κάποτε βρέθηκα στην Νέα Υόρκη, σε ένα Κέντρο Υποστήριξης των Ιθαγενών Αμερικανών όπου εργαζόταν ένας επιστήθιος φίλος μου, πόσο βαθιά ριζωμένος είναι ο πολιτιστικός ρελατιβισμός στον σημερινό κοινωνικό σκέπτεσθαι. Όταν το έφερε η κουβέντα για την καταγωγή των Ιθαγενών Αμερικανών άρχισα να αναφέρομαι στην μετανάστευση των ανθρώπων από τη Σιβηρία πριν από 40.000 χρόνια οι οποίοι πέρασαν από τον παγωμένο τότε Βερίγγειο Πορθμό, διεκπεραιώθηκαν στην Αλάσκα, κι από εκεί αποίκησαν ολάκερη την Αμερικανική ήπειρο. Ωστόσο οι Ινδιάνοι συνομιλητές μου είχαν άλλη άποψη. Κατ΄ αυτούς οι πρόγονοί τους ξεφύτρωσαν από τη Γη. Όταν αντιμετώπισα το επιχείρημά τους με την πρόταση ότι αυτό που μου έλεγαν ήταν μύθος ενώ αυτό που τους έλεγα εγώ ήταν επιστήμη, με αντέκρουσαν λέγοντας ότι η «δυτική επιστήμη» είναι ο «μύθος» του δυτικού ανθρώπου. Η συζήτηση δεν ήταν δυνατόν να προχωρήσει παρακάτω διότι, κατά τους συνομιλητές μου, ο δικός τους «μύθος» και ο δικός μου «επιστημονικός μύθος» ήταν ισοδύναμοι. Μπορεί ο πολιτιστικός ρελατιβισμός να φτάνει σε ακρότητες ανοησίας, όπως αυτή που αντιμετώπισα με τους φίλους Ινδιάνους στη Νέα Υόρκη, ωστόσο η θεωρητική του βάση είναι ισχυρή και αγνοώντας την δεν θα καταφέρουμε ποτέ να καταλάβουμε τίποτα καινούργιο. Ο πολιτιστικός ρελατιβισμός είναι ο κύριος λόγος που η έννοια του έθνους υπόκειται σε αποδόμηση. Κι αυτό δεν ισχύει μόνο στην περίπτωση της Ελλάδας, αλλά για όλον τον κόσμο – αν και η συζήτηση αφορά κυρίως τις δυτικές χώρες, τους κατά τεκμήριο «εφευρέτες του έθνους»…

(συνεχίζεται…)